Přechod na menu, Přechod na obsah, Přechod na patičku
Úvod do studia novořečtiny Ústav klasických studií, Filozofická fakulta Masarykovy univerzityMgr. et Mgr. Markéta Kulhánková, Ph.D., Mgr. Simone Sumelidu

Emmanuil Roidis, Papežka Jana

Emmanuil Roidis

Εμμανουήλ Ροΐδης, Η πάπισσα Ιωάννα.

Překlad: L. a M. Papadopulosovi: Emanuil Roidis, Papežka Jana, Praha 1967.

Μέρος Α’
Aπό του μέσου άρχονται συνήθως οι επικοί ποιηταί· ταυτό ποιούσι και οι μυθιστοριογράφοι, όσοι τας δεκατόμους τύχας των Πόρθων και Αραμίδων παραγγέλουσιν υπομισθίω εφημερίδι να ονομάση, αριστοτελική αδεία1, εποποιίας· έπειτα ο ήρως, όταν εύρη ευκαιρίαν, εντός σπηλαίου ή ανακτόρου, επί ευώδους χλόης ή μαλακής κλίνης διηγείται τα προηγούμενα τη ερωμένη, επεί ευνής και φιλότητος εξ έρον έντο. Epičtí básníci začínají vždycky od prostředka. Stejně si počínají i romanopisci, ti, co si myslí, že si za svá desetisvazková vyprávění vyslouží titul epika v próze. Pak jejich hrdina, jakmile najde vhodnou příležitost, vypravuje své milence v jeskyni či v paláci, na voňavém trávníku či v posteli to předcházející, když se v loži podle chuti lásky nasytili.
Ούτω θέλει ο Λατίνος Οράτιος εν τη Ποιητική· τούτο συνιστώσι και οι βιβλιοπώλαι, οσάκις παραγγέλλουσι βιβλίον, ορίζοντες εις τον συγγραφέα το μήκος, το πλάτος και την ύλην αυτού ως του ενδύματος εις τον ράπτην. Τοιαύτη τέλος είναι η κοινή μέθοδος· αλλ’ εγώ προτιμώ ν’ αρχίσω από την αρχήν· ο δε αγαπών την κλασικήν αταξίαν δύναται ν’ αναγνώση πρώτον τας τελευταίας του βιβλίου μου σελίδας και έπειτα τας πρώτας, μετασχηματίζων ούτω εις επικόν μυθιστόρημα την απέριττον και φιλαλήθη διήγησίν μου. Toto je obvyklá metoda, kterou kritikové doporučují. Ale já, přítel pořádku, dám přednost metodě cyklických básníků nebo prokurátorů. Ti začínají životopis svého hrdiny nebo zločince od kolébky a sledují všechny jeho kroky chronologicky až k nesmrtelnosti nebo na šibenici. Začnu tedy od začátku. Kdo však má rád klasický nepořádek, ať čte nejprve poslední a potom první stránky mé knihy a promění si tak jednoduše mé prosté a pravdivé vyprávění v epický román.
Ο μέγας Βύρων έλαβε την υπομονήν ν’ ακούση τας φλυαρίας των γραιών της Σεβίλλης, ίνα μάθη αν η μήτηρ του ήρωός του Δον Ζουάν έλεγε λατινιστί το Πάτερ ημών, αν ήξευρεν Εβραϊκά και εφόρει λινούν υποκάμισον και γαλανάς κνημίδας. Επιθυμών καγώ να είπω τω αναγνώστη τουλάχιστον πώς ωνομάζετο της ηρωίδος μου ο γεννήτωρ, ανεδίφησα τους εις μέγα φύλλον λήρους των μεσαιωνίων Ηροδότων· αλλ’ ούτος είναι εκεί πολυώνυμος και ποκιλώνυμος, ως ο Ζευς παρά τοις ποιηταίς και ο Διάβολος παρά τοις Ινδοίς. Δαπανών έτη τινά εις παραβολάς χειρογράφων ηδυνάμην ίσως να μάθω, αν ο γεννήσας την Ιωάνναν ωνομάζετο Βιλλιβάλδος ή Βαλλαφρείδος· αλλ’ αμφιβάλλω αν το κοινόν ήθελε με ανταμείψει διά τον τοιούτον κόπον μου. Ακολουθών λοιπόν το παράδειγμα των σημερινών λογίων, οίτινες φοβούνται μήπως, αν έχανον καιρόν αναγινώσκοντες, ήθελον γράψει ολιγώτερα και ούτω ζημιώσει τους τε συγχρόνους και τους μετά ταύτα, εξακολουθώ ή μάλλον άρχομαι της ιστορίας μου. Veliký Byron trpělivě naslouchal klábosení sevillských babek, aby se dověděl, jestli matka jeho hrdiny Dona Juana odříkávala Otčenáš latinsky, zda uměla hebrejsky a jestli nosila lněnou košili a modré punčochy. A já pročetl zas celé folianty žvástů středověkých Herodotů ve snaze říci čtenáři ne-li všechno, tedy alespoň to, jak se jmenoval otec mé hrdinky. Objevuje se v nich pod tolika různými jmény a přízvisky, jako Zeus u básníků a ďábel u Inků. Kdybych byl utratil několik let na porovnávání rukopisů, bylo by se mi snad podařilo zjistit, zda ten, kdo zrodil Janu, se jmenoval Willibald či Walafried. Pochybuji však, že by čtenáři náležitě ocenili tuto mou námahu. Následuji proto příkladu dnešních učenců, kteří se obávají, že by je předběžná studia připravila o spoustu času, takže by toho napsali méně a poškodili by tak své vrstevníky i potomky. Pokračuji tedy hned, nebo lépe, začínám své vyprávění.
Ο ανώνυμος λοιπόν πατήρ της ηρωίδος μου ήτο Άγγλος μοναχός· εκ τίνος δε επαρχίας δεν ηδυνήθην να μάθω, μη ούσης ακόμη διηρημένης της Βρεταννίας εις κομιτάτα προς ευκολίαν των εισπρακτόρων. Κατήγετο δε εκ των Ελλήνων εκείνων αποστόλων, οίτινες εφύτευσαν τον πρώτον σταυρόν εις την χλοεράν Ιρλανδίαν, και υπήρξε μαθητής του Εριγενούς Σκώτου, όστις πρώτος εφεύρε τον τρόπον του κατασκευάζειν αρχαία χειρόγραφα, δι’ ων ηπάτησε τους τότε λογίους, ως ο Σιμωνίδης τους Βερολινείους. Ταύτα μόνα διέσωσεν ημίν η ιστορία περί του πατρός της Ιωάννας. Η δε μήτηρ αυτής εκαλείτο Γιούθα, ήτο ξανθή και έβοσκε τας χήνας Σάξωνος βαρόνου. Ούτος καταβάς την παραμονήν συμποσίου, ίνα εκλέξη την παχυτέραν, ωρέχθη και της ποιμενίδος, ην από του ορνιθώνος μετέφερεν εις τον κοιτώνα. Βαρυνθείς αυτήν μετ’ ολίγον την έδωκεν εις τον οινοχόον, ο οινοχόος εις τον μάγειρον και ούτος εις τον χυτροκόρον, όστις ευλαβής ων αντήλλαξε την νεάνιδα μετά του μοναχού, λαβών αντ’ αυτής οδόντα του αγίου Γουτλάκου, του ζήσαντος και οσίως τελευτήσαντος εντός λάκκου τινός της Μερκίας. Ούτω εξέπεσεν η Γιούθα από της κλίνης δεσπότου εις τας αγκάλας καλογήρου, ως και σήμερον εν Αγγλία οι υψηλοί πίλοι από των κροτάφων διπλωμάτου εις την κεφαλήν επαίτου· καθότι εις τον ευνομούμενον εκείνον τόπον πολλοί μεν αποθνήσκουσι της πείνης, πολλοί δε προσβάλλουσι την αιδώ δι’ έλλειψιν υποκαμίσου, αλλά πάντες γερουσιασταί και νεκροθάπται, κόμητες και ψωμοζήται φορούσι πίλον υψηλόν, όστις θεωρείται εκεί ως το παλλάδιον της συνταγματικής ισότητος. Bezejmenný otec mé hrdinky byl anglický mnich. Z které provincie pocházel, nepodařilo se mi zjistit, protože tehdy Velká Británie nebyla ještě pro pohodlí pánů berních rozdělena na hrabství. Pocházel však od těch řeckých apoštolů, kteří v travnatém Irsku vztyčili první kříž. Byl žákem Scota Erigena, jenž první vynalezl způsob, jak vyrábět staré rukopisy, čímž podváděl tehdejší učence, jako Simonides Berlíňany své doby. To je vše, co nám zachovala historie o Janině otci. Její matka se jmenovala Judita. Byla světlovlasá a pásala husy u jednoho saského barona. Pan baron si jednoho dne zašel vybrat tu nejtlustší husu pro zítřejší hostinu. Dostal však chuť i na pasačku a odvedl si ji z kurníku rovnou do ložnice. Když se jí zakrátko nasytil, předal ji číšníkovi, číšník kuchaři, ten kuchtíkovi, jenž byl náramně pobožný a vyměnil holku s nějakým mnichem za zub svatého Gutlacha, který žil a zbožně skonal v jakési díře v Mercii. Takový byl zas osud Judity. Z panské postele dostala se nakonec do náruče mnicha, tak jako ještě dnes v Anglii putují vysoké cylindry z lebky diplomata na hlavu žebráka.
Μέρος Β’
(…)
Η μέθη ήτο τότε η ευθηνοτέρα των απολαύσεων· επτά μόλις δηνάρια ετιμάτο το μέτρον του οίνου, όστις ου μόνον εις τα καπηλεία αλλά και εις τας εκκλησίας και τας οδούς και εις αυτούς τους γυναικώνας έρρεε ποταμηδόν, ουδόλως αναχαιτιζόμενος υπό των διαταγμάτων των παπών και των Συνόδων, άτινα συμπαρέσυρεν εις τον ορμητικόν αυτού ρουν, ως οι χείμαρροι τα δένδρα. Opilství bylo tenkrát z nejlacinějších vyražení. Vždyť máz vína stál sotva sedm denárů. A tak se potom nedivte, že víno teklo proudem nejen v krčmách, ale i v kostelích, na ulicích, dokonce i v ženských komnatách, a nedalo se zastavit žádnými nařízeními papežů a synodů. Ba naopak. Jeho prudký proud odnesl nakonec i tyto výnosy, jako divoký příval strhne i mohutné stromy.
Οι ημέτεροι πανοσιώτατοι, πριν αρχίσωσι την πόσιν, έλαβον έκαστος, ως συνηθίζετο τότε, το όνομα αγγέλου τινός, ο μεν Γαβριήλ, ο δε Μιχαήλ και ο τρίτος Ρογουήλ, είτα ήρξαντο κενούντες τα κεράτινα ποτήρια εις υγείαν ουχί αλλήλων ή της πατρίδος ή των απόντων φίλων κατά την συνήθειαν των κοσμικών, αλλά της Παναγίας, του Αγ. Πέτρου και πάντων των κατοίκων του Παραδείσου. Τοιαύτα επέταττεν η ευσέβεια των χρόνων εκείνων, ήτις και αυτήν την μέθην καθίστα θεάρεστον έργον. Naši bohabojní otcové, dřív než se pustili do pití, přijali každý podle tehdejšího zvyku jméno nějakého anděla, ten Gabriela, druhý Michaela a třetí Rafaela. Pak počali prázdnit poháry z volských rohů, a to ne na zdraví jeden druhého nebo na zdraví vlasti či nepřítomných přátel, jak je světským zvykem, ale na zdraví Panny Marie, svatého Petra a všech svatých obyvatel nebes. Tak to za oněch časů kázala zbožnost, která i obžerství povýšila na skutek bohulibý.
Εν τούτοις η νυξ επροχώρει, ο στραβουλάριος2 είχεν αποκοιμηθή, το έλαιον της λυχνίας και ο οίνος της λαγήνου εξηντλούντο και μόνη η έξαψις των ρασοφόρων προέβαινεν αυξάνουσα ανά παν ποτήριον. Οι οφθαλμοί αυτών εσπινθηροβόλουν ως οι του Χάρωνος, εκ δε του στόματος εξήρχοντο άναρθροι μόνον ήχοι, βλασφημίαι και επικλήσεις εις την Παρθένον, τροπάρια και άσματα βακχικά. Εν ενί λόγω ήσαν και οι τρεις οινοβαρείς ως ο Βύρων, ότε εσκέπτετο περί αθανασίας ψυχής ή ο Άγ. Άβιτος, ότε εστιχούργει τους έρωτας της Εύας. Noc utíkala, hospodský usnul, oleje v lampě a vína ve džbáně ubývalo a jenom žár mužů v kutnách pohár od poháru stoupal. Oči jim jiskřily jako Charónovi, z úst jim vycházely už jen nečlánkované zvuky, kletby, nadávky a zase prosby k Panně Marii, dokonce zpívali i žalmy a pijácké písně – všechno dohromady.
Η Ιωάννα, γνωρίζουσα ότι ακόλαστος οίνος και υβριστικόν μέθη, ως έγραφεν ο Σολομών καταφερόμενος κατά της ακολασίας εν μέσω τριακοσίων γυναικών και επτακοσίων παλλακίδων, απεσύρθη ησύχως εις την σκοτεινοτέραν του θαλάμου γωνίαν· αλλ’ ουδ’ εκεί εύρεν επί πολύ ησυχίαν· καθότι οι καλοί πατέρες αφού εκόρεσαν την πείναν και την δίψαν, ησθάνθησαν την ανάγκην να ευχαριστήσωσι και την έκτην εκείνην αίσθησιν, δι’ ην δεν εύρον ακόμη όνομα οι φυσιολόγοι, οι δε αιδήμονες χρονογράφοι ωνόμαζον αυτήν όρεξιν ωμού κρέατος. Διό λαβόντες, κατά την καλογηρικήν συνήθειαν, το άκρον του ράσου μεταξύ των οδόντων ώρμησαν κατά της πολυπαθούς ημών ηρωίδος. Jana dobře věděla, že „víno činí člověka bezuzdným a opilství drzým“, jak se vyjádřil kdysi Šalamoun o prostopášnosti, jsa obklopen třemi sty ženami a sedmi sty nevěstkami. A tak se potichu uchýlila do nejtemnějšího koutu světnice. Nenašla tam však nadlouho klid. Když naši dobří otcové ukojili hlad i žízeň, pocítili nutnost ukojit i ten šestý smysl, pro nějž fyziologové nenašli ještě jméno a jejž cudní historikové nazývají „chutí na syrové maso“. Proto stiskli okraj kutny mezi zuby, jak to měli mnichové v těch případech ve zvyku, a vrhli se společně na ubohou dívku.
Μη βιασθής να ερυθριάσης σεμνή μου αναγνώστρια· ο σιδηρούς κάλαμος διά του οποίου γράφω την αληθή ταύτην ιστορίαν είναι αγγλικής κατασκευής, εκ των εργοστασίων του Σμιθ, και ως εκ τούτου σεμνός ως αι ξανθαί εκείναι Αγγλίδες, αίτινες, ίνα μη ρυπάνωσι την παρθενικήν αυτών εσθήτα υψούσι αυτήν μέχρι μέσης κνήμης, δεικνύουσαι εις τους διαβάτας πλατείς πόδας εντός διπάτων σανδαλίων· ώστε ουδείς κίνδυνος ν’ ακούσης παρ’ εμού όσα Nespěchej s červenáním, má stydlivá čtenářko! Ocelové pero, jímž píši tuto pravdivou historii, je výrobkem ryze anglickým – z továrny páně Smithovy – a jako takové je cudné, jako ty světlovlasé Angličanky, které si vyhrnují až do poloviny lýtek své panenské šaty, aby si je neušpinily, a ukazují přitom mimojdoucím svá široká chodidla na dvojnásobných podešvích. Jak tedy vidíš, nehrozí žádné nebezpečí, že uslyšíš ode mne, co
παρθένω λέγειν ου καλόν. Nesluší se svěřovati panně… Euripides: Orestes, verš 26.
Η Ιωάννα διωκομένη υπό των τριών μοναχών έτρεχε περί τον θάλαμον, υπερπηδώσα τραπέζας και καθίσματα, και ότε μεν πινάκιον, ότε δε ρητόν της Γραφής εκσφενδονίζουσα κατ’ αυτών. Αλλ’ η ιερά αυτής ευγλωττία και τα σκεύη της τραπέζης συνετρίβοντο ματαίως κατά των μεθύσων εκείνων, ως τα κύματα κατά των βράχων. Ήδη δε ήπλονον επ’ αυτής τας χείρας, ότε διακρίνασα επί της κλίνης τα περιέχοντα τα λείψανα των αγίων κιβώτια κατέφυγεν όπισθεν αυτών, ως ο Αίας όπισθεν της ασπίδος. Οι πανοσιώτατοι οπισθοδρόμησαν εν αρχή έμπροσθεν του ιερού εκείνου προπυργίου, ως οι λύκοι προ των πυρών, δι’ ων προφυλάσσουσιν οι ποιμένες τας μάνδρας· αλλά μετ’ ου πολύ, λησμονήσαντες τον προς τα άγια εκείνα λείψανα σεβασμόν, εχύθησαν κατά της κλίνης, εφ’ ης η δύστηνος νεάνις έτρεμεν ως κορυδαλός υπό το δίκτυον του κυνηγού. Jana, pronásledována třemi mnichy, pobíhala po světnici sem a tam. Přeskakovala stoly a židle a házela po svých pronásledovatelích jak jídelní mísy, tak i výroky z Písma. Žel, její výmluvnost i stolní náčiní se rozbíjely o opilce bez účinku, jako vlny o skály. Už už po ní vztahovali ruce, když si všimla na posteli truhel s ostatky svatých a plna strachu se za ně schovala. Bohabojní otcové zpočátku před touto svatou hradbou couvli jako vlci před plápolajícími hranicemi, jimiž pastýři chrání proti nim svá stáda. Když však za chvíli na úctu před svatými ostatky zapomněli, vrhli se mniši na postel, na níž se ubohé děvče třáslo jako skřivánek lapený v lovcově síti. Náraz to byl tak prudký, že se postel zřítila. S ní spadly i truhly s mučedníky a svaté kosti se rozkutálely po zemi.
Η σύγκρουσις ενταύθα υπήρξεν τοσούτω σφοδρά, ώστε κατέπεσεν η κλίνη και μετ’ αυτής αι θήκαι των αγίων, ων τα μαρτυρικά οστά κατεκυλίσθησαν επί του εδάφους. Ενθυμηθείσα τότε η Ιωάννα ότι διά σιαγόνος όνου επάταξεν ο Σαμψών χιλίους Φιλισταίους, εδεήθη του Υψίστου, ίνα κραταιώση την δεξιάν της, είτα δε δραξαμένη κακείνη μιας κνήμης του Αγ. Μαρκελλίνου ήρξατο δι’ αυτής να κτυπά τους ασελγείς αυτής διώκτας. Αλλά τα κόκκαλα αυτών ήσαν, φαίνεται, σκληρότερα των του Αγίου, ώστε μετ’ ου πολύ εθραύσθη το όπλον και εξηντλήθησαν αι δυνάμεις της σεμνής ημών ηρωίδος, ήτις μετά πεισματώδη αντίστασιν κατέπεσε τέλος επί του πεδίου της μάχης και κλείσασα τους οφθαλμούς υπετάγη εις το πεπρωμένον. Jana si vzpomněla, že kdysi Samson pobil osličí čelistí na tisíc Filištínských. Pomodlila se proto honem k Nejvyššímu, aby jí posílil pravou ruku, popadla holeň svatého Marcelina a začala jí bít své chlípné pronásledovatele. Ale jejich kosti byly, zdá se, pevnější než hnáty svatých, takže se tato zbraň Janě zanedlouho polámala a síly naší cudné hrdinky se vyčerpaly. A Jana po tvrdošíjném odporu nakonec na bitevním poli klesla, zavřela oči a odevzdala se osudu.
Αλλ’ εν ουρανώ υπήρχον τότε Άγιοι και Άγιαι υπέρ των εν κινδύνω παρθένων θαυματουργούντες. Καθ’ ην στιγμήν ο πανοσιώτατος Ραλήγος, όστις ως πρεσβύτερος απήλαυσε των πρωτείων, έκυπτεν επί την Ιωάνναν, ενώ η δυσώδης και οινωμένη αυτού πνοή εμόλυνεν ήδη το ωχρόν πρόσωπον της κορασίδος, τεράστιος αίφνης μεταμόρφωσις! ανήκουστον θαύμα έκαμεν αυτόν να οπισθοδρομήση μετά τρόμου. Ούτε εις δένδρον, ως η Δάφνη, είχε μεταμορφωθή η Ιωάννα, ούτε εις περιστεράν, ως η Αγ. Γερτρούδη, ή εις σκωληκόβρωτον σκελετόν, ως η Βασίνη εις τας αγκάλας του Δομ Ρουπέρτου, αλλ’ εκ της παρθενικής αυτής επιδερμίδος εφύτρωσεν αιφνιδίως γενειάς μακρά, πυκνή και δασεία, ως η επισκιάζουσα τα πρόσωπα των Βυζαντινών αγίων. Ούτω έσωζε τότε η Παναγία τας παρθένους, οσάκις εστενοχωρούντο υπό βαναύσων καλογήρων, επαγρυπνούσα κατά τον Άγ. Ιερώνυμον ως ζηλότυπος πενθερά επί της τιμής των συζύγων του υιού της. Ale tenkrát byli v nebi svatí a svaté, kteří činili zázraky pro panny, jež se ocitly v nebezpečí. V okamžiku, kdy zbožný Raleigh jako nejstarší použil práva na prvenství a skláněl se již k Janě a jeho smradlavý, vínem páchnoucí dech zamořoval blednoucí dívčinu tvář, došlo náhle k podivuhodné proměně, k neslýchanému zázraku, který na mnicha tak zapůsobil, že zděšeně couvl. Jana se neproměnila ve strom jako Dafné, ani v holubici jako svatá Gertruda, ani v červy ožranou kostru jako svatá Vasina v náručí Dona Roberta, ale z její panenské tváře vypučely náhle dlouhé, husté vousy podobné těm, jaké kryjí obličeje byzantských svatých. Tak tedy zachraňovala Panna Marie nevinné panny, kdykoliv je obtěžovali nějací nestoudní mnichové.